Η Γνωσιακή θεραπεία είναι ενεργητική, καθοδηγητική, χρονικά περιορισμένη, δομημένη θεραπεία, με βάση τις θεωρητικές αρχές που περιγράφονται σε άλλο άρθρο. Βασικό στοιχείο για την πρακτική της γνωσιακής θεραπείας είναι η διατύπωση υπόθεσης, η οποία συνδέει τη θεωρία και την εφαρμογή, και παρέχει το εφαλτήριο για την θεραπεία. Η διατύπωση περίπτωσης αντικατοπτρίζει την υπόθεση του θεραπευτή για τους ψυχολογικούς μηχανισμούς που διέπουν τις δυσκολίες του ασθενούς (Butler 1998• Persons 1993). Καθορίζει τις αρνητικές αυτόματες σκέψεις, υποθέσεις, καθώς και βασικές πεποιθήσεις για ένα συγκεκριμένο άτομο, και προτείνει υποθέσεις σχετικά με τις διεργασίες διατήρησής τους. Η διατύπωση παρέχει το σκεπτικό και το πλαίσιο για την επιλογή των τεχνικών για την παρέμβαση• είναι κοινή και αναπτύσσεται στο πλαίσιο της ανάπτυξης σχέσεων συνεργασίας μεταξύ του θεραπευτή και ασθενή• και μπορεί να βοηθήσει τους ασθενείς στην κατανόηση και την ομαλοποίηση των προβλημάτων τους. Η συνολική στρατηγική στη γνωσιακή θεραπεία είναι: 1) να βοηθήσει τον ασθενή να εντοπίσει και να ελέγξει πραγματιστικά άχρηστες γνωσίες στις οποίες βασίζονται επαναλαμβανόμενα αρνητικά πρότυπα συναισθημάτων και συμπεριφοράς• και 2) να αναπτύξει και να δοκιμάσει νέες, πιο προσαρμοστικές γνωσίες που μπορεί να οδηγήσουν σε μια πιο θετική εμπειρία του εαυτού, των άλλων, και του κόσμου.
Οι Γνωσιακοί θεραπευτές μπορεί να επικεντρώνονται στην διακοπή του φαύλου κύκλου των γνωσιών, της συμπεριφοράς, των συναισθημάτων, των αντιδράσεων και φυσικά της διατήρησης του προβλήματος, καθώς και για τη μείωση της ευαλωτότητας σε επανεμφάνιση του προβλήματος. Για παράδειγμα, ένας συχνά παρατηρούμενος φαύλος κύκλος κατάθλιψης ξεκινά από την πεποίθηση ότι «δεν μπορώ να κάνω τίποτα για βοηθήσω την κατάσταση», που οδηγεί στην κοινωνική απόσυρση και σε συμπεριφορά αδράνειας, γεγονός που μειώνει περαιτέρω τη διάθεση. Ο αρχικός στόχος της θεραπείας είναι αφορά συχνά την αύξηση του επιπέδου της δραστηριότητας και στον έλεγχο των αρνητικών σκέψεων• αργότερα, οι στρατηγικές πρόληψης των υποτροπών μπορεί να επικεντρώνονται στη μείωση της ευαισθησίας σε μελλοντικά επεισόδια.
Όπως και σε άλλες μορφές θεραπείας, η ποιότητα της θεραπευτικής σχέσης είναι κεντρικής σημασίας για την αποτελεσματικότητα στη γνωστική θεραπεία (Beck et al. 1979• Keijsers et al. 2000). Από την αρχή, Beck αναγνώρισε ότι η ζεστασιά, η ενσυναίσθηση, η γνησιότητα, η οικοδόμηση εμπιστοσύνης και rapport, και μια συνεργατική σχέση ήταν τα θεμέλια της αποτελεσματικής θεραπείας (Beck et al. 1979). Η θεραπευτική σχέση είναι ιδιαίτερα σημαντική, όταν εργάζομαστε με ασθενείς με περίπλοκα διαπροσωπικα θέματα (Beck et al. 1990• Layden et al. 1993• Safran και Muran 2000). Μερικές φορές, ο θεραπευτής και ο ασθενής μπορεί να αποφασίσουν να χρησιμοποιήσουν μια θεραπευτική συνεδρία ως «εργαστήριο σχήματος», που έχει συσταθεί για να μπορέσουν να ελεγχθούν τα διαπροσωπικά σχήματα του ασθενούς (π.χ. «Αν πω τίποτα επικριτικό, μπορεί να με απορρίψουν») και να δοκιμαστούν σε ένα πλαίσιο σχετικής ασφάλειας που προσφέρει η θεραπευτική σχέση. Μια ποικιλία από θεραπευτικές στρατηγικές χρησιμοποιούνται στη γνωσιακή θεραπεία – μερικές λεκτικές, ορισμένες νοερές/φαντασιωσικές, κάποιες διαδραστικές, κάποιες συμπεριφορικές και βιωματικές (βλέπε Beck 1995• Hawton et al. 1989• Safran και Muran 2000• Wells 1997, για μια σειρά στρατηγικών). Η καθοδηγούμενη αποκάλυψη, ένα μέσο για να βοηθηθούν οι ασθενείς αποκαλυφθούν σημαντικές πληροφορίες που μπορεί να βρίσκονται εκτός της τρέχουσας συνειδητοποίησής τους, είναι στο επίκεντρο όλων των προσεγγίσεων (Beck et al. 1979• Padesky 1993a). Έχουν ειδικά αναπτυχθεί ορισμένες θεραπευτικές στρατηγικές εντός του πλαισίου της γνωσιακής θεραπείας, σε συνδυασμό με μια ποικιλία εργαλείων και φορμών καταγραφής που έχουν σχεδιαστεί για να βοηθήσουν τους ασθενείς να χρησιμοποιούν αυτές τις μεθόδους στην καθημερινή τους ζωή (π.χ. φόρμες αυτομάτων σκέψεων, για τον εντοπισμό και την εξέταση των αρνητικών αυτόματων σκέψεων, εβδομαδιαία προγράμματα δραστηριοτήτων για την παρακολούθηση και το σχεδιασμό δραστηριοτήτων, καταγραφές θετικών δεδομένων ώστε να συλλέξουν αποδεικτικά στοιχεία που υποστηρίζουν την ανάπτυξη νέων βασικών πεποιθήσεων• βλ. Greenberger και Padesky 1995). Άλλες μέθοδοι (π.χ. βαθμιαία έκθεση, τεχνικές ψυχoδράματος, mindfulness) τις έχουμε δανειστεί και προσαρμόσει από άλλες παραδόσεις (π.χ. θεραπεία συμπεριφοράς, θεραπεία Gestalt, βουδιστικού διαλογισμού) -βλέπε, για παράδειγμα, Edwards (1989) και Segal et al. (2002). Μεταξύ των παρεμβάσεων που έχουμε δανειστεί και στη συνέχεια προσαρμόσει, ίσως το πιο ευρέως χρησιμοποιούμενο, και ένα από τα πιο ισχυρά, είναι το συμπεριφορικό πείραμα που έχει προσαρμοστεί από τη συμπεριφορική θεραπεία.