Διάγνωση Ανορεξίας

Διαγνωστικά κριτήρια κατά DSM-IV για την Ψυχογενή Ανορεξία

Α. Άρνηση του ατόμου να διατηρήσει το βάρος του σώματος στο ή πάνω από ένα ελάχιστο φυσιολογικό βάρος για την ηλικία και το ύψος του (π.χ. απώλεια βάρους που οδηγεί στη διατήρηση βάρους του σώματος κάτω του 85% από το αναμενόμενο ή αδυναμία να κερδίσει αναμενόμενο βάρος στη διάρκεια της περιόδου ανάπτυξης, που οδηγεί σε βάρος σώματος κάτω του 85% από το αναμενόμενο).
Β. Έντονος φόβος του ατόμου μήπως πάρει βάρος ή γίνει παχύ, ακόμα κι όταν το βάρος του είναι κάτω από το κανονικό.
Γ. Διαταραχή στον τρόπο που κανείς βιώνει το βάρος ή το σχήμα του σώματος του, αδικαιολόγητη επιρροή του σωματικού βάρους ή σχήματος στην εκτίμηση του εαυτού ή άρνηση της σοβαρότητας του παρόντος χαμηλού σωματικού βάρους.
Δ. Σε γυναίκες μετά την έναρξη της περιόδου, αμηνόρροια, δηλ. απουσία τουλάχιστον τριών διαδοχικών εμμηνορρυσιών.
(Μια γυναίκα θεωρείται ότι έχει αμηνόρροια εάν οι περίοδοι της έρχονται μόνον μετά χορήγηση ορμονών π.χ. οιστρογόνων).

Read More

Διάγνωση Βουλιμίας

Α. Επανειλημμένα επεισόδια υπερφαγίας. Ένα επεισόδιο υπερφαγίας χαρακτηρίζεται και από τα δύο τα παρακάτω:
(1) το να τρώει κάποιος μέσα σε μια διακριτή χρονική περίοδο (π.χ. σε μια περίοδο 2 ωρών) μια ποσότητα φαγητού που είναι σαφώς μεγαλύτερη από όση θα έτρωγαν οι περισσότεροι άνθρωποι κατά τη διάρκεια μιας παρόμοιας χρονικής περιόδου και κάτω από παρόμοιες περιστάσεις
(2) μια αίσθηση έλλειψης ελέγχου του πόσο τρώει κάποιος κατά τη διάρκεια του επεισοδίου (π.χ. μια αίσθηση ότι κάποιος δεν μπορεί να σταματήσει να τρώει ή να ελέγξει τι ή πόσο τρώει)
Β. Επανειλημμένη ακατάλληλη αντισταθμιστική συμπεριφορά για να αποτρέψει την απόκτηση βάρους, όπως π.χ. πρόκληση εμέτου, κακή χρήση καθαρτικών, διουρητικών, ενεμάτων ή άλλων φαρμάκων νηστεία υπερβολική άσκηση.
Γ. Η υπερφαγία και οι ακατάλληλες αντισταθμιστικές συμπεριφορές, και τα δύο, συμβαίνουν κατά μέσο όρο τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα για 3 μήνες.
Δ. Η εκτίμηση του εαυτού αδικαιολόγητα επηρεάζεται από το σχήμα του σώματος και το βάρος.
Ε. Η διαταραχή δεν συμβαίνει αποκλειστικά κατά τη διάρκεια επεισοδίων Ψυχογενούς Ανορεξίας.
Προσδιορίστε τύπο:

Read More

Η Θεραπεία του Γενικευμένου Άγχους

Η πλέον αποτελεσματική αντιμετώπιση των ασθενών με ΓΑΔ είναι αυτή που συνδυάζει ψυχοθεραπεία, φαρμακοθεραπεία και υποστηρικτικές προσεγγίσεις. Η θεραπεία απαιτεί μακροχρόνια εμπλοκή του θεραπευτή με τον ασθενή, ανεξάρτητα εάν είναι ψυχίατρος, οικογενειακός γιατρός ή γιατρός άλλης ειδικότητας.

Ψυχοθεραπεία

Οι κύριες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις στη ΓΑΔ είναι οι γνωσιακές  συμπεριφοριστικές, οι υποστηρικτικές και οι εναισθητικού τύπου. Τα δεδομένα περιορίζονται στα σχετικά οφέλη αυτών των προσεγγίσεων και οι πλέον εκλεπτυσμένες μελέτες έχουν γίνει για τις γνωσιακές – συμπεριφοριστικές προσεγγίσεις που φαίνεται ότι έχουν τόσο βραχυπρόθεσμη, όσο και μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα. Οι γνωσιακές προσεγγίσεις απευθύνονται άμεσα στις γνωσιακές παραμορφώσεις του ασθενούς, ενώ οι συμπεριφοριστικές απευθύνονται άμεσα στα σωματικά συμπτώματα. Οι κύριες συμπεριφεριολογικές προσεγγίσεις που χρησιμοποιούνται είναι η χαλάρωση και η βιοανάδραση.

Read More

Γενικευμένο Άγχος: Κλινικά Χαρακτηριστικά

Τα κύρια συμπτώματα της ΓΑΔ είναι το άγχος, η κινητική υπερένταση, η υπερδραστηριότητα του αυτόνομου νευρικού συστήματος και η γνωσιακή επαγρύπνηση. Το άγχος υπάρχει σε υπερβολικό βαθμό και παρεμβαίνει σε κάθε πλευρά της ζωής του ατόμου. Η κινητική υπερένταση εκδηλώνεται συνηθέστερα με τρόμο, ανησυχία και πονοκέφαλο. Η υπερδραστηριότητα του αυτόνομου εκδηλώνεται με δυσκολία στην αναπνοή, υπερβολική εφίδρωση, προκάρδιους παλμούς και ποικίλα συμπτώματα του γαστρεντερικού συστήματος. Η γνωσιακή επαγρύπνηση δηλώνεται από την ευερεθιστότητα και από την ευκολία με την οποία το άτομο αιφνιδιάζεται. Στις περισσότερες περιπτώσεις ο ασθενής ζητά βοήθεια από ένα γενικό γιατρό ή ένα παθολόγο προβάλλοντας τα σωματικά του συμπτώματα Σε άλλες περιπτώσεις καταφεύγει σε έναν ειδικό για κάποιο συγκεκριμένο σύμπτωμα, π.χ. χρόνια διάρροια Σπάνια βρίσκεται κάποια μη ψυχιατρική σωματική διαταραχή.

Read More

Γενικευμένο Άγχος: Επιδημιολογία

To 1980, στην τρίτη έκδοση του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου των Ψυχικών Διαταραχών (DSM-III) εισήχθησαν αρκετές νέες διαγνωστικές κατηγορίες, με τις οποίες ομαδοποιήθηκαν ασθενείς που μέχρι τότε ταξινομούνταν ότι έπασχαν από αγχώδη νεύρωση. Μία από τις νέες κατηγορίες ήταν η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή (που αναφέρεται και ως ΓΑΔ), μια υπολειμματική κατηγορία που καθιερώθηκε για να περιλάβει ασθενείς που δεν πληρούσαν τα κριτήρια άλλων διαγνώσεων. Στο DSM-III-R και DSM-IV, η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή καθιερώθηκε ως ξεχωριστή διαγνωστική κατηγορία. Στο DSM-IV η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή καθορίζεται ως υπερβολική και διάχυτη ανησυχία που συνοδεύεται από ποικιλία σωματικών συμπτωμάτων και προκαλεί σημαντική έκπτωση της κοινωνικής ή εργασιακής λειτουργικότητας ή σημαντική δυσφορία στον ασθενή.

Read More

Οι Αιτίες του Γενικευμένου Άγχους

Όπως συμβαίνει με τις περισσότερες ψυχικές διαταραχές, η αιτία της ΓΑΔ είναι άγνωστη. Σύμφωνα με τον ισχύοντα ορισμό της, προσβάλλει ετερογενή ομάδα ασθενών. Ίσως επειδή ένας βαθμός άγχους θεωρείται φυσιολογικός και προσαρμοστικός. η διαφοροποίηση του φυσιολογικού απ Ίο παθολογικό άγχος και των βιολογικών αιτιολογικών παραγόντων απτούς ψυχοκοινωνικούς, αποτελεί δύσκολο έργο. Οι βιολογικοί και ψυχοκοινωνικοί παράγοντες πιθανότατα συνεργάζονται

Ψυχοκοινωνικοί Παράγοντες
Οι δύο κύριες θεωρητικές σχολές ως προς τους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες που οδηγούν στην εμφάνιση της ΓΑΔ είναι η γνωσιακή-συμπεριφοριστική σχολή και η ψυχαναλυτική σχολή.

Read More

Διαταραχή Πανικού: Συμπεριφοριστική Υπόθεση

Συμπεριφοριστική υπόθεση

Σύμφωνα με τους Wοlρe και Rowan (1988), η διαταραχή πανικού αποτελεί αποτέλεσμα της κλασικής εξαρτημένης μάθησης.
Η πρώτη κρίση πανικού είναι μια απροειδοποίητη, αιφνίδια αντίδραση  σ’ ένα μη – εξαρτημένο ερέθισμα: Το μη – εξαρτημένο ερέθισμα είναι βιοχημικής ή φυσιολογικής φύσης, μεταξύ δε αυτών οι συγγραφείς τονίζουν τη σημασία της υπέρπνοιας.
Οι επόμενες όμως κρίσεις (δηλ. η διαταραχή πανικού), οφείλονται σε εξαρτημένα ερεθίσματα (Conditioned Stimuli): Σαν τέτοια οι συγγραφείς αποκαλούν διάφορα «ερεθίσματα» ή ουδέτερες εμπειρίες που όμως ήταν παρούσες την ώρα του πρωτο-πανικού και οι οποίες (ενώ αρχικά ήταν ουδέτερες) με τη σειρά τους απέκτησαν τη δυνατότητα να προκαλούν από μόνες τους την κρίση. Σαν παραδείγματα εξαρτημένων ερεθισμάτων οι συγγραφείς αναφέρουν: «αγχώδεις» γνωσίες, («Fearful thoughts»), πρωί μα προϊόντα της υπέρπνοιας, ουδέτερα περιβαλλοντικά ερεθίσματα όπως είναι το αγοραφοβικό πλαίσιο και καμιά φορά φυσικά χαρακτηριστικά των ερεθισμάτων όπως π.χ. είναι η μυρωδιά από τοξίνες που προκάλεσαν την κρίση (Wolpe και Rowan, 1989).

Read More

Διαταραχη Πανικου: Βιολογικη Υποθεση

Βιολογική υπόθεση. Η παρατήρηση του Klein, ότι τα αντικαταθλιπτικά βελτιώνουν τη διαταραχή πανικού, είχε δύο σπουδαίες επιπτώσεις:
I. Τη διάκριση της από τις άλλες αγχώδεις διαταραχές, που δεν βελτιώνονται με αντικαταθλιπτικά, παρά μόνο με βενζοδιαζεπίνες και,
II. Την άποψη πως βιολογικοί παράγοντες παίζουν αποφασιστικό ρόλο στην αιτιοπαθογένειά της. Στον πίνακα 11.4. παραθέτουμε τα επιχειρήματα, που κατά τον Klein (1981) συνηγορούν υπέρ της βιολογικής άποψης, ενώ ταυτόχρονα παραθέτουμε και τις απόψεις των Margraf κσ (1986), που αμφισβητούν ένα προς ένα τα επιχειρήματα αυτά.
Ο Klein επίσης περιέγραψε και τη διαχρονική εξέλιξη των κρίσεων πανικού, θεωρώντας σαν τελικό στάδιο την εμφάνιση της αγοραφοβίας, σύμφωνα με το επόμενο σχήμα:
I. Φάση οξέων κρίσεων πανικού. Είναι η φάση πρωτοεμφάνισης των αιφνίδιων, απρόβλεπτων και έντονων κρίσεων πανικού «εν αιθρίω ουρανώ».

Read More

Σωματοποιητική Διαταραχή: Διαφορική διάγνωση.

 Η διαφορική διάγνωση θα πρέπει πρώτα ν’ αποκλείσει γενικές ιατρικές καταστάσεις, με βάση το ότι στη Σωματοποιητική Διαταραχή εμπλέκονται πολλαπλά συστήματα οργάνων, υπάρχει πρώιμη έναρξη (όσο πιο όψιμη η έναρξη, τόσο είναι πιθανότερη η γενική ιατρική κατάσταση) και χρόνια πορεία και δεν υπάρχουν φυσικά σημεία ή δομικές αλλοιώσεις. Παρόλα αυτά, όσο πιο ασαφή και πολλαπλά τα συμπτώματα της υποτιθέμενης γενικής ιατρικής κατάστασης (π.χ. πολλαπλή σκλήρυνση, ερυθηματώδης λύκος, υπερπαραθυρεοειδισμός, οξεία διαλείπουσα πορφυρία), τόσο πιο δύσκολη η δ.δ.
Η Σχιζοφρένεια με πολλαπλές σωματικές παραληρητικές ιδέες (π.χ. «τα έντερα μου σαπίζουν») επίσης θα πρέπει να δ.δ από τη Σωματοποιητική Διαταραχή, της οποίας τα σωματικά ενοχλήματα δεν είναι παραληρητικού επιπέδου (χωρίς όμως να αποκλείονται και οι δύο διαγνώσεις).

Read More

Σωματοποιητική Διαταραχή: Επιδημιολογικά στοιχεία.

Η διαταραχή είναι πολύ πιο συχνή σε γυναίκες παρότι σε άντρες και ο επιπολασμός ζωής στις γυναίκες υπολογίζεται ανάμεσα στο 0,2% και 2% του γενικού πληθυσμού (στους άντρες υπολογίζεται σε λιγότερο από 0,2%, αν και ίσως στους Έλληνες άντρες είναι κάπως μεγαλύτερος).
Δεν έχουμε πληροφορίες για προδιαθεσικούς παράγοντες. Γνωρίζουμε, όμως, σήμερα, ότι Σωματοποιητική Διαταραχή παρατηρείται στο 10% ως 20% των θηλέων βιολογικών συγγενών πρώτου βαθμού γυναικών με Σωματοποιητική Διαταραχή. Είναι ενδιαφέρον, επίσης, ότι άρρενες συγγενείς γυναικών με αυτήν τη διαταραχή παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο για Αντικοινωνική Διαταραχή της Προσωπικότητας και Διαταραχές Σχετιζόμενες Με Ουσίες.

Read More